ordbok grekisk - Arabiska

ελληνικά - العربية

πίνακας ζωγραφικής på arabiska:

1. لوحة لوحة



Arabiska ord "πίνακας ζωγραφικής"(لوحة) kommer i set:

Λεξιλόγιο για το καθιστικό στα αραβικά